Αποτελούσαν πάντα ένα ξεχωριστό είδος πίστωσης. Όσοι δανείζονταν είχαν συνήθως εμπειρία στο ναυτικό εμπόριο. Ένας έμπορος ή ένας ναύκληρος -ιδιοκτήτης δηλαδή πλοίου- δανειζόταν χρήματα για την αγορά φορτίου, που κυμαίνονταν συνήθως από 1000 μέχρι τουλάχιστον 4500 δραχμές (με μέσο όρο τις 3000). Tο δάνειο αυτό ίσχυε για όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Εξαιτίας βέβαια του επισφαλούς χαρακτήρα των θαλάσσιων εμπορικών ταξιδιών, οι ναυτικοί τόκοι ήταν αρκετά υψηλοί. Τον 4ο αιώνα, στην Αθήνα κυμαίνονταν από 12,5 μέχρι και 30%. Ως εγγύηση σε περίπτωση απάτης το φορτίο και το ίδιο το πλοίο -για την ακρίβεια η καρίνα του- προσφέρονταν για ασφάλεια, ενώ συντασσόταν και ένα γραπτό συμβόλαιο με τους όρους του δανείου. Επιπλέον σε περίπτωση απώλειας του φορτίου η ευθύνη της ζημιάς επιβάρυνε το δανειστή. Πληροφορίες για τη λειτουργία των ναυτικών δανείων βρίσκονται συγκεντρωμένες σε τέσσερις δικανικούς λόγους του Δημοσθένη, που χρονολογούνται στο β' μισό του 4ου αιώνα π.Χ.
|

 |