Η γραφή παρανόμων ήταν η αγωγή για παράβαση του νόμου, η καταγγελία δηλαδή ενός πολίτη που είχε προτείνει ένα ψήφισμα αντίθετο με την υπάρχουσα νομοθεσία. Δεν είναι γνωστό πότε καθιερώθηκε αυτή η διαδικασία, αλλά σύμφωνα με ορισμένους μελετητές η μέθοδος αυτή αντικατέστησε τον οστρακισμό, που από το 417 π.Χ. φαίνεται ότι είχε παύσει να εφαρμόζεται. Ο κατηγορούμενος δικαζόταν -άσχετα με το εάν η πρόταση που είχε προτείνει είχε ψηφισθεί ή όχι- κι εφόσον καταδικαζόταν, πλήρωνε βαρύ πρόστιμο. Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., εάν είχε παρέλθει ένας χρόνος από την ψήφιση του νόμου, τότε ο εισηγητής δεν τιμωρούνταν, όμως ο νόμος έπαυε να ισχύει.
Με τον τρόπο αυτό οι δίκες έγιναν σταθερός παράγοντας της πολιτικής ζωής και αποτέλεσαν το καλύτερο μέσο, για να απαλλαγεί κάποιος από έναν αντίπαλο, ή για να προωθήσει μια πολιτική θέση. Η πιο γνωστή περίπτωση γραφής παρανόμων ήταν η καταγγελία του Κτησιφώντα από τον Αισχίνη για την πρότασή του να τιμηθεί με στεφανηφορία ο Δημοσθένης. Για την υπόθεση αυτή ο Αισχίνης και ο Δημοσθένης έγραψαν τους λόγους Κατά Kτησιφώντα και Περί στεφάνου, τους οποίους εκφώνησαν αντίστοιχα οι δύο ρήτορες στο δικαστήριο. |