.
FHW Button

Μονή της Χώρας

ο καθολικό της Μονής της Χώρας (Kariye Camii) χτίστηκε μεταξύ 1077 και 1081 από τη Μαρία Δούκαινα, την πεθερά του αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού, πάνω σε παλαιότερο κτίσμα. Το 1120 επισκευάστηκε ριζικά από το γιο του Αλέξιου, το σεβαστοκράτορα Ισαάκιο Κομνηνό. Πολύ αργότερα, μεταξύ 1316 και 1321, ο Θεόδωρος Μετοχίτης, Λογοθέτης του Γενικού επί Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου και λόγιος με σημαντικό συγγραφικό έργο, ανακαινίζει το κτήριο, προσθέτει τον εξωνάρθηκα και το νότιο παρεκκλήσι και τα διακοσμεί με τα περίφημα μωσαϊκά και τις τοιχογραφίες.
Η ιδιαίτερη ονομασία του μοναστηριού οφείλεται στην επωνυμία "η χώρα των ζώντων" που συνοδεύει το Χριστό στις απεικονίσεις του στο ναό και εμπνέεται από τον ψαλμό 116,9.
Αντίστοιχα, η Παναγία στις απεικονίσεις της στο ναό χαρακτηρίζεται ως η "χώρα του αχωρήτου", φρασεολογία που πηγάζει από τον Ακάθιστο Ύμνο. Και οι δύο χαρακτηρισμοί απηχούν τις ιδιότητες που αποδίδονται στο Χριστό ως ενσαρκωτή της ζωής και στη Θεοτόκο ως φορέα της Ενσάρκωσης.

Ενδιαφέροντα είναι τα πορτρέτα των κτητόρων που απεικονίζονται στο ναό. Πάνω από τη βασίλειο πύλη παριστάνεται ο Θεόδωρος Μετοχίτης πλούσια ενδεδυμένος να προσφέρει σε στάση προσκύνησης ομοίωμα του ναού στον ένθρονο Χριστό. Στον ανατολικό τοίχο του εσωνάρθηκα δεξιά και αριστερά από τις μορφές του Χριστού και της Θεοτόκου παριστάνονται σε μικρότερη κλίμακα ο Ισαάκιος Κομνηνός, που συνδέεται με τη δεύτερη ανοικοδόμηση του ναού και η μοναχή Μελάνη, "κυρά των Μουγουλίων" σύμφωνα με την επιγραφή. Η μυστηριώδης μορφή, άγνωστη από άλλες πηγές, ταυτίζεται από τους μελετητές με μία από τις πριγκίπισσες του οίκου των Παλαιολόγων που παντρεύτηκαν ηγεμόνες των Μογγόλων. Σκηνές από την παιδική ηλικία του Χριστού και από τον κύκλο των Θαυμάτων του απεικονίζονται στον εξωνάρθηκα, ενώ ένας λεπτομερειακός μαριολογικός κύκλος, εμπνευσμένος από τα απόκρυφα ευαγγέλια, καλύπτει τον εσωνάρθηκα. Χαρακτηριστικές είναι οι αφηγηματικές και ρωπογραφικές λεπτομέρειες, όπως των γυναικών που παραστέκουν την Άννα στη Γέννηση της Θεοτόκου, που προσδίδουν ζωντάνια και έναν οικείο χαρακτήρα στις θρησκευτικές σκηνές. Το νότιο παρεκκλήσι προσαρτήθηκε και διακοσμήθηκε στα 1315-20 επίσης με δαπάνη του Μετοχίτη, με σκοπό να συμπεριλάβει τον τάφο του κτήτορα. Σύμφωνο με το νεκρικό προορισμό του χώρου είναι και το εικονογραφικό του πρόγραμμα. Μία επιβλητική σύνθεση της Καθόδου του Χριστού στον Άδη διακοσμεί την αψίδα, ενώ μία μνημειακή παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας καλύπτει τα ψηλότερα μέρη του ανατολικού τμήματος. Οι δύο παραστάσεις από τα Θαύματα του Κυρίου, η Ανάσταση του γιου της χήρας και της κόρης του Ιαείρου, ολοκληρώνουν το πρόγραμμα του ανατολικού τμήματος του παρεκκλησίου, που συνολικά εκφράζει το Θρίαμβο του Χριστού πάνω στο Θάνατο. Το δυτικό τμήμα διακοσμείται με σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη που αποτελούν προεικονίσεις της Παναγίας, διαμορφώνοντας έτσι με ζωγραφικά μέσα έναν ύμνο στη Θεοτόκο.
Το συνολικό πρόγραμμα απηχεί βαθιά θεολογική σκέψη. Οι λεπτοί συσχετισμοί των παραστάσεων σε περισσότερα ερμηνευτικά επίπεδα και συμβολισμούς προϋποθέτουν υψηλή εκκλησιαστική και λόγια παιδεία, και κάνουν φανερή την ανάμιξη του Μετοχίτη στη διαμόρφωση του εικονογραφικού προγράμματος.
Τοιχογραφίες και ψηφιδωτά αποτελούν το σημαντικότερο δείγμα της λεγόμενης δεύτερης παλαιολόγειας τεχνοτροπίας, χαρακτηρίζονται για την άψογη τεχνική τους εκτέλεση και απηχούν τα εκλεπτυσμένα γούστα των αριστοκρατικών κύκλων της πρωτεύουσας, στους οποίους ανήκει και ο εμπνευστής του σημαντικού αυτού μνημειακού συνόλου.

Δες επίσης : Θεόδωρος Μετοχίτης